Ομιλία του Γιάννη Δραγασάκη στην εκδήλωση του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ & της κίνησης πολιτών Κόσμος με θέμα «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία: Προς ένα νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο».
Κύριες και κύριοι
Φίλες και φίλοι
Θα ήθελα να ευχαριστήσω την Κίνηση Πολιτών «Κόσμος» και το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ για την πρωτοβουλία τους να συζητήσουμε σήμερα εδώ μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας.
i. Παγκόσμια η κλιματική απειλή – Θετική η κινητοποίηση της Ευρώπης
Πρόκειται για ένα πρόβλημα παγκόσμιο και ως τέτοιο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο στη βάση μιας παγκόσμιας συμφωνίας, κάτι όμως που έως τώρα δεν έχει καταστεί εφικτό λόγω αντιστάσεων συγκεκριμένων χωρών, πολιτικών αντιλήψεων και συμφερόντων.
Ακριβώς γι’ αυτό η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι μια σημαντική θετική πρωτοβουλία. Όσες ελλείψεις και μονομέρειες κι αν έχει, όσες απορίες ή και ενστάσεις κι αν προκαλεί, είναι ένα βήμα μπροστά.
Και πρέπει ν’ αξιοποιηθεί ως μέσο πίεσης και να λειτουργήσει ως ένα θετικό παράδειγμα για να δυναμώσει ο αγώνας για μια παγκόσμια συμφωνία.
ii. Σύμφωνο για τη διάσωση του πλανήτη, όχι νέοι γύροι εξοπλισμών
Κι αντί οι μεγάλες παγκόσμιες και οι περιφερειακές δυνάμεις να προετοιμάζονται για νέους γύρους πολυδάπανων και επικίνδυνων εξοπλισμών, ένα σύμφωνο για τη διάσωση του πλανήτη από την υπερθέρμανση θα μπορούσε να γίνει η βάση και η αφετηρία για ένα παγκόσμιο σύμφωνο για την ασφάλεια και την ειρήνη.
Διότι είναι παράδοξο να θέλουμε να σώσουμε τον πλανήτη από την υπερθέρμανση και την ίδια στιγμή να συσσωρεύονται όπλα μαζικής καταστροφής και να πυροδοτούνται αντί να επιλύονται περιφερειακές συγκρούσεις και πόλεμοι, όπως συμβαίνει και στη γειτονιά μας.
iii. Δίκαιος διαμοιρασμός βαρών και ωφελειών – Όχι σε «πράσινη» λιτότητα και νέες ανισότητες
Κι ακόμη γιατί αντί να συζητούνται τερατώδεις φορολογικές επιβαρύνσεις των πολιτών για τη διάσωση του πλανήτη -σχετική μελέτη του ΔΝΤ προτείνει την αύξηση της φορολόγησης άνθρακα κατά 35 φορές, ώστε από 2 δολάρια ο τόνος να φτάσει στα 75 δολάρια ως το 2030, αντί λοιπόν για μια νέα «πράσινη λιτότητα» που θα ήθελαν ορισμένοι να επιβάλλουν, θ’ αρκούσε η μείωση των παγκόσμιων εξοπλισμών και η καταπολέμηση της παγκόσμιας διεθνοποιημένης φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής που εκτιμάται σε πάνω από 600 δισ. ευρώ ετησίως για να αντληθεί τουλάχιστον ένα μέρος των αναγκαίων πόρων.
Δεν είναι λοιπόν τυχαία η διάχυτη καχυποψία με την οποία μέρος της κοινής γνώμης αντιμετωπίζει το ξαφνικό «πρασίνισμα» διάφορων πολεμοκάπηλων και κερδοσκόπων. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί από εκείνους που ξαφνικά ανακάλυψαν την οικολογική απειλή, το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι να κερδοσκοπήσουν στις νέες επενδυτικές ευκαιρίες που διανοίγονται. Μάλιστα πολλοί επενδυτικοί και τραπεζικοί οίκοι τοποθετούν κεφάλαια σε «πράσινες» επενδύσεις, αλλά χρηματοδοτούν και ρυπογόνες όταν και όπου αυτό είναι επικερδές.
Διότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης δεν έχει μόνο κόστη αλλά και δυνατότητες για νέες θέσεις εργασίας, καθώς και ευκαιρίες για κέρδη, που σε ορισμένες περιπτώσεις πρόκειται για τεράστια κέρδη.
Ακριβώς γι’ αυτό έχει σημασία για την Αριστερά όχι απλώς να παρέμβει, αλλά να επιδιώξει να ηγεμονεύσει με τις ιδέες και τους αγώνες της στο μετασχηματισμό που ήδη έχει αρχίσει, αφού μόνο ένα αριστερό πολιτικό σχέδιο μπορεί να διασφαλίσει ότι κόστη και οφέλη θα μοιραστούν δίκαια. Διαφορετικά τόσο η κλιματική προσαρμογή όσο και η 4η Βιομηχανική Επανάσταση θα οδηγήσουν σε νέες, ασύλληπτα μεγαλύτερες, κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες.
iv. Ευρώπη και ΗΠΑ οφείλουν ν’ αναλάβουν τις κλιματικές ευθύνες του – Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία να μην εκπέσει σε εργαλείο εμπορικού πολέμου
Η κλιματική κρίση όμως δεν μόνο παγκόσμιο αλλά είναι και αμερικανικό και ευρωπαϊκό πρόβλημα. Διότι από ιστορική άποψη οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την κλιματική αλλαγή. Στις ΗΠΑ η σημερινή ηγεσία αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες της απέναντι στην ανθρωπότητα. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους Αμερικανούς πολίτες, τους Αμερικανούς επιστήμονες την προοδευτική Αμερική. Ο υποψήφιος για την προεδρία Μπέρνι Σαντερς έχει παρουσιάσει ένα τολμηρό σχέδιο το «Gren New Deal», εμπνευσμένο από το New Deal που εφάρμοσε ο Πρόεδρος Ρούσβελτ μετά την κρίση του 1929. Το σχέδιο Σάντερς έχει έναν τεράστιο προϋπολογισμό ύψους 16,3 τρισ. δολάρια διότι αναγνωρίζει το χρέος των ΗΠΑ όχι μόνο να γίνουν οι ίδιες κλιματικά ουδέτερες, αλλά και να εξοφλήσουν και μέρος του «οικολογικού χρέους» τους για τον πλανήτη.
Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Η Συμφωνία υιοθετεί μέτριους στόχους, κατά πολλούς ανεπαρκείς και εισάγει μια λογική προστατευτισμού έναντι τρίτων χωρών με όπλο τα προωθημένα οικολογικά στάνταρντς. Αν αυτή είναι η άμυνα σ’ έναν εμπορικό πόλεμο που ίσως ορισμένοι φοβούνται από τον Πρόεδρο Τραμπ απέναντι στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, αυτή είναι μια εξήγηση, αλλά αποτελεί και τη βιώσιμη προοπτική;
Κατά τη γνώμη μου όχι. Η απάντηση στο δασμολογικό πόλεμο που έχει ξεκινήσει ο Πρόεδρος Τράμπ δεν μπορεί να είναι ο εμπορικός πόλεμος με αλλά μέσα προστατευτισμού, αλλά μια παγκόσμια πρωτοβουλία για το δίκαιο εμπόριο, την παγκόσμια συνεργασία, ασφάλεια και ειρήνη, την κατάργηση των φορολογικών παραδείσων, τον πόλεμο ενάντια στις παγκόσμιες ανισότητες και τη φτώχεια σε παλιές και νέες μορφές περιλαμβανομένης και της ενεργειακής φτώχειας.
v. Προς ένα Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο
Σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, με την πρωτοβουλία της αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέλαβε μια μεγάλη ευθύνη απέναντι στους πολίτες της όσο και απέναντι στην ανθρωπότητα. Αν η μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία δείξει απτά αποτελέσματα, συνοδευτεί από την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχεια και αποδειχθεί δίκαιη στην πράξη, τότε θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή πρακτική και να ασκήσει πίεση υπέρ μια παγκόσμιας συμφωνίας. Σε αντίθετη περίπτωση, αν η μετάβαση έχει κοινωνικά θύματα και γίνει αιτία νέων ανισοτήτων, τότε δεν αποκλείεται να έχει ακόμη και αντίθετα αποτελέσματα. Ακριβώς γι’ αυτό η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία απέσπασε τη θετική ψήφο των ευρωβουλευτών μας, γιατί έχει ακριβώς την έννοια ότι θέλουμε να δράσουμε προωθητικά, να συνδέσουμε τον οικολογικό πρόβλημα με τον κοινωνικό, τον οικολογικό μετασχηματισμό με τον κοινωνικό μετασχηματισμό, την παραγωγική ανασυγκρότηση με την αντιμετώπιση των ανισοτήτων, να εντάξουμε τελικά την πράσινη συμφωνία σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.
vi. Ανεπαρκείς σε σχέση με τις ανάγκες οι διαθέσιμοι πόροι της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας
Σε ότι αφορά τους αναγκαίους πόρους για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους εκτιμά σε 260 δισ. ευρώ ανά έτος ή 2,6 τρισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας. Όμως σε αυτά τα ποσά δεν περιλαμβάνονται ή υποεκτιμούνται κοινωνικά κόστη, δαπάνες αποκατάστασης οικοσυστημάτων έπειτα από πλημμύρες και πυρκαγιές, κόστη για την ενίσχυση της αντοχής υφιστάμενων υποδομών κ.ά. Διαπιστώνουμε λοιπόν μια υποεκτίμηση των αναγκών.
Σχετικά τώρα με τη διαθεσιμότητα των πόρων, η Επιτροπή όσο και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων παρουσίασαν χρηματοδοτικά σχέδια που αθροιζόμενα υπολογίζονται σε περίπου 1,75 τρισεκατομμύρια ευρώ για την επόμενη δεκαετία. Υπολείπονται δηλαδή των αναγκών. Από αυτά, περίπου το 37% δηλαδή, μόνο τα 650 δισ. ευρώ δηλαδή, είναι δημόσια κεφάλαια (εθνικά ή ενωσιακά) και τα υπόλοιπα είναι τραπεζικά δάνεια και ιδιωτικά κεφάλαια. Άρα εκτός από υποεκτίμηση των αναγκών σημειώνουμε και μια ανεπάρκεια των διαθεσίμων πόρων.
Τέλος δεν αναγνωρίζεται η ανάγκη ούτε προβλέπονται οι σχετικοί πόροι για ένα πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων με αμιγώς δημόσια χρηματοδότηση για τις ανάγκες εκείνες -και θα είναι σημαντικές- η ικανοποίηση των οποίων δεν μπορεί να γίνει με ιδιωτικά κεφάλαια είτε διότι η κεφαλαιακή απόδοση είναι χαμηλή είτε διότι λόγω της φύσης τους πρέπει να λειτουργούν ως δημόσια αγαθά ή κοινωφελείς υπηρεσίες.
Η ανάγκη αυτή γίνεται ακόμη πιο επιτακτική από τη στιγμή που οι υφιστάμενες αναφορές στη δίκαιη ανάπτυξη και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας εντελώς ασαφείς και διακηρυκτικές.
vii. Για να σωθεί ο πλανήτης πρέπει να αλλάξει η ίδια η Ευρώπη – Από το Σύμφωνο Σταθερότητας σε ένα νέο Σύμφωνο Βιώσιμης Ανάπτυξης
Κατά τη γνώμη μου η αντιμετώπιση της κλιματική κρίσης δεν μπορεί να έχει επιτυχία στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και του Συμφώνου Σταθερότητας. Είναι πολύ σωστή η πρόταση από τις ομάδες της Αριστεράς, των σοσιαλιστών και της οικολογίας που ζητούν να αντικατασταθεί το Σύμφωνο Σταθερότητας από ένα Σύμφωνο Βιώσιμης Ανάπτυξης. Και είναι ενθαρρυντικές οι απόψεις του επιτρόπου Τζεντιλόνι για αλλαγές σε αυτήν την κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, μέρος της δημόσιας δαπάνης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής πρέπει να εξαιρείται από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, όσο αυτό ισχύει.
Αντίστοιχα ισχύουν και για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η νέα Διοικητής της, η κ Λαγκάρντ, έκανε κάποιες νύξεις για πιθανό ρόλο της ΕΚΤ στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, για ν’ ακολουθήσουν αρνητικές τοποθετήσεις του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας. Είναι γεγονός ότι το θέμα έχει τεθεί. Η Κεντρική Τράπεζα δεν είναι δυνατόν να μένει αμέτοχη. Αλλά η συμμετοχή της δεν πρέπει να εξαντληθεί μόνο στην προσαρμογή των κανονιστικών πλαισίων και στον έμμεσο επηρεασμό των χρηματοδοτήσεων. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα είναι δύσκολο να εξηγήσει γιατί δίνει τόσα χρήματα για τη διάσωση των τραπεζών αλλά δεν μπορεί να ενεργοποιήσει για τη διάσωση του πλανήτη ένα «πράσινο QE» ή και να κινητοποιηθεί με αλλά μέσα, αρκεί τα οφέλη να φθάνουν τελικά στην κοινωνία και τους πολίτες και όχι να τροφοδοτούν την κερδοσκοπία.
Για να σωθεί ο πλανήτης πρέπει να αλλάξει η ίδια η Ευρώπη. Το Σύμφωνο Σταθερότητας, ο ρόλος της ΕΚΤ, η χρηματοδότηση ενός ισχυρού ευρωπαϊκού προγράμματος δημοσίων επενδύσεων ως συμπλήρωμα της Πράσινης Συμφωνίας είναι μεταξύ άλλων τρεις άμεσοι στόχοι μιας τέτοιας αλλαγής.
viii. Από τη διεθνή στην εθνική και την τοπική διάσταση της κλιματικής αλλαγής – Ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτοπόρησε, η ΝΔ υστερεί
Θα χρειαστεί μια ειδική συζήτηση για το τί έχει γίνει έως τώρα και τί πρέπει να γίνει από εδώ και εμπρός. Περιορίζομαι, μόνο σε ορισμένες παρατηρήσεις.
Το πρώτο που θα ήθελα να πω είναι ότι στη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έγιναν πολλά απ’ όσα σήμερα προβλέπει η Πράσινη Συμφωνία. Έχουμε δηλαδή δημιουργήσει ένα πλαίσιο θεσμών και εργαλείων που μάς επιτρέπουν να χτίσουμε πάνω σ’ αυτά. Το Εθνικό Σχέδιο για τη Δίκαιη Μετάβαση. Δημιουργήσαμε την Αναπτυξιακή Στρατηγική στην οποία ενσωματώσαμε τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ και τη διάσταση της κλιματικής αλλαγής. Δημιουργήσαμε την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης. Θεσμοθετήσαμε τις ενεργειακές κοινότητες, οι οποίες όπως προτείνει και η Greenpeace, μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, αλλά και στην ανάπτυξη ενός αποκεντρωμένου και δημοκρατικού ενεργειακού συστήματος στο οποίο μπορούν όλοι οι καταναλωτές να είναι και παραγωγοί ταυτόχρονα.
Όμως μάς ανησυχεί η στάση της νέας κυβέρνησης η οποία πολλές φορές αντί να αξιοποιεί, καταστρέφει, εγκαταλείπει ή συκοφαντεί ό,τι εμείς δημιουργήσαμε. Ενεργώντας εντελώς επικοινωνιακά εξαγγέλλει το πρόωρο κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων χωρίς να έχει κάποιο σχέδιο αναπτυξιακής ανασυγκρότησής των πληττόμενων περιοχών και αντιμετώπισης των κοινωνικών συνεπειών. Διακινεί διάφορους αριθμούς ποσών που θα έρθουν από την Ευρώπη χωρίς να έχει συνείδηση ότι ούτε ένα ευρώ δεν θα έρθει αν δεν υπάρχουν συγκεκριμένα σχέδια.
Η κυβέρνηση πρέπει να αντιληφθεί ότι το πρόβλημα που θέτει η κλιματική αλλαγή δεν είναι μια επιφανειακή επικοινωνιακή μεταγλώττιση της πολιτικής ρητορικής, αλλά η αλλαγή του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης, η μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης.
ix. Εθνικό Δεκαετές Πρόγραμμα για τη Δίκαιη Μετάβαση και τη Βιώσιμη και Δίκαιη Ανάπτυξη
Η χώρα πρέπει να αποκτήσει άμεσα ένα Εθνικό Δεκαετές Πρόγραμμα 2021-2030 για τη Δίκαιη Μετάβαση και τη Βιώσιμη και Δίκαιη Ανάπτυξη. Με βάση το δικό μας σχεδιασμό, στο πρόγραμμα αυτό προβλεπόταν να υπαχθούν και να υπόκεινται σ’ ενιαίο σχεδιασμό οι πόροι της νέας προγραμματικής περιόδου («νέο ΕΣΠΑ») καθώς και οι πόροι που δικαιούται η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, το μηχανισμό δίκαιης μετάβασης και τα όποια άλλα εργαλεία διαμορφωθούν για την κλιματική προσαρμογή. Η δική μας κυβέρνηση και συγκεκριμένα το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης είχε αποστείλει, στις 6 Ιουνίου 2019, σχετική εγκύκλιο στους εμπλεκόμενους φορείς για την οργάνωση της πρώτης φάσης της σχετικής διαδικασίας. Προτείνουμε στη σημερινή κυβέρνηση ν’ αποκτήσει αίσθηση του χρόνου και του επείγοντος του θέματος.
x. Ειδικές Προγραμματικές Συμφωνίες Δίκαιης Μετάβασης και Βιώσιμης Περιφερειακής Ανάπτυξης για τις περιοχές που θα πληγούν ιδιαίτερα
Επίσης, για όλες τις Περιφέρειες που πλήττονται από την οικολογική και ενεργειακή μετάβαση θα πρέπει να υπάρξουν Ειδικές Προγραμματικές Συμφωνίες Δίκαιης Μετάβασης.
Οι Συμφωνίες θα πρέπει να προβλέπουν τα μέτρα, τους πόρους και τις πολιτικές μέσω των οποίων θα διασφαλίζεται η διατήρηση ή και αύξηση της απασχόλησης σε νέους ξκαινοτόμους τομείς και παραγωγικές δραστηριότητες. Σε εργαζομένους που οι θέσεις εργασίας τους ενδέχεται να πληγούν, πρέπει να εξασφαλιστεί ένα πραγματικά βιώσιμο μέλλον μέσα μια βιώσιμη κοινωνία και περιοχή.
Οι Συμφωνίες θα έχουν τη μορφή συγκεκριμένων ολοκληρωμένων σχεδίων δράσης και θα είναι προϊόν συμμετοχικού σχεδιασμού και ουσιαστικού διαλόγου με την Αυτοδιοίκηση, τις επιχειρήσεις, τα συνδικάτα, τα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα, άλλους κοινωνικούς και πολιτισμικούς φορείς. Οι φορείς που θα συμμετέχουν στη Συμφωνία θα συγκροτούν ένα μόνιμο φόρουμ το οποίο θα έχει την ευθύνη για την υλοποίηση της Συμφωνίας, την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων την περιοδική επικαιροποίησή τους και την υιοθέτηση νέων μέτρων εφόσον απαιτηθούν.
xi. Συνεργασία των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων για προοδευτικές πολιτικές
Υπάρχουν λοιπόν δυνατότητες για μια πραγματικά δίκαιη όσο και αποτελεσματική μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη εποχή και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Όμως τίποτα δεν θα γίνει χωρίς συντονισμένη δράση, στο ευρωκοινοβούλιο, στα εθνικά κοινοβούλια και πρωτίστως στην κοινωνία. Γι’ αυτό πιστεύω ότι χρειάζεται ένας ανοιχτός διάλογος με όλες τις αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις, οικολογικές οργανώσεις, κοινωνικά κινήματα κ.ά., διάλογος, συνεργασία, και κοινή δράση.
Οι προτάσεις που διατύπωσα αλλά και οι εκτιμήσεις που επιχείρησα ας θεωρηθούν ως μια μικρή συμβολή σ’ αυτόν το διάλογο. Σας ευχαριστώ.